Δευτέρα 9 Ιουνίου 2008

ΤΟ ΠΟΥΚΑΜΙΣΟ


Το ξαναφόρεσα. Χθες το βράδυ.

Ένα απλό, γαλάζιο πουκάμισο. Καλό, αρκετά καλό. Γνωστής φίρμας (όχι από τις πασίγνωστες). Τίποτα το εξαιρετικό. Θεώρησα όμως ότι μου πήγαινε.

Και γι’ αυτό … το φόρεσα την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε. Μ’ αυτό με αντίκρισε ….. Και μετά το ξαναφόρεσα πολλούς μήνες αργότερα, όταν με λυμένα πόδια από τη συγκίνηση την ξανασυνάντησα. (Θα έλεγε η γυναίκα ότι δεν έχω άλλο πουκάμισο, με το ίδιο κυκλοφορώ, …… πού να ήξερε….)

Και από τότε ….. ποτέ ξανά. Σχεδόν. Ναι, το ομολογώ. Το έβαλα πάλι σε κάποια συνάντηση με μιαν άλλη …. νομίζοντας ότι θα επαναλάβω τη μαγεία της πρώτης φοράς. Τότε που νόμιζα ότι ήταν θέμα χρόνου (άντε και λίγο τύχης) η εύρεση της «αντικαταστάτριάς» της. Τότε που δεν είχα καταλάβει ακόμα πού βρισκόμουν.

Η απογοήτευση τεράστια, φυσικά. «Τζάμπα το φόρεσα» …. σκέφτηκα γυρίζοντας σπίτι. Δεν ξαναβγήκε από την ντουλάπα μου. Πλυμμένο και καλοσιδερωμένο έστεκε εκεί. Δεν υπήρχε λόγος. Οποια κι’ αν συναντούσα, πήγαινα όπως ήμουν. Περιποιημένος μεν, όχι μ’ αυτό όμως. Αυτό ανήκε σ’ εκείνην, το είχε κάνει με τον τρόπο της δικό της.

Μέχρι χθες …. βραδινή έξοδος, με φιλικοοικογενειακή παρέα. Ψιλοαδιάφορη, ψιλοευχάριστη έξοδος, «Γέμισμα κενού χρόνου» μάλλον.

Ημουν ακόμη θυμωμένος. Όχι μαζύ της, με τον εαυτό μου πάντα. Με την αδυναμία μου να τη φέρω κοντά μου, με την συνεχόμενη παταγώδη αποτυχία μου να τραβήξω την προσοχή της, με την επιμελημένη ικανότητά μου να προκαλώ την οργή της (υποθέτω…..)

Σκέφτηκα να βάλω ένα τέλος. Μέχρι πότε θα περίμενα την «πριγκιποπούλα» που θα ήταν άξια να με ….. απολαύσει στο γαλάζιο πουκάμισο? Τέλος. Δεν θα το φορούσα για καμμιά, μόνο για μένα. Για το κέφι μου.

Το ξεκρέμασα σβέλτα (μην τυχόν και το μετανιώσω?) Το πήρα στα χέρια μου …… άρχισε να επιδρά πάνω μου. Το κοίταξα κρατώντας το προσεκτικά. Το μύρισα …. περίμενα να με χτυπήσει στα ρουθούνια το συγκλονιστικό άρωμά της ….. μα τι λέω, σκέφτηκα, χρόνια έχουν περάσει, το άρωμά της θα μυρίζει?

Κρατώντας το μπήκα στο μπάνιο, το άφησα με στοργή πάνω στον πάγκο και μπήκα στη μπανιέρα. Οση ώρα έτρεχε πάνω μου το νερό, έριχνα κλεφτές ματιές σ’ εκείνο. Δεν ξέρω τι περίμενα να δω. Αλλά δεν το άφηνα να φύγει για πολύ από το οπτικό πεδίο μου.

Βγήκα γρήγορα και σκουπίστηκα. Το ξανάπιασα για να το φορέσω. Δεν το έκανα αμέσως. Το κράτησα λίγο στα χέρια μου. Το κοίταξα προσεκτικά. Σχεδόν το χάϊδεψα. Από την αριστερή του πλευρά. Εκεί που είχε ακουμπήσει το κεφάλι της. Εκεί που ακούμπησε το στήθος της. Το γύρισα πίσω … κοίταξα την πλάτη … περίμενα να δω τα αποτυπώματα από τα χέρια της όταν με έσφιξε κάποια στιγμή δυνατά πάνω της.

Για να δώσω τέλος στη συγκινησιακή φόρτιση, το φόρεσα σβέλτα. Ολοκλήρωσα το ντύσιμό μου ….. βγήκα στο μπαλκόνι περιμένοντας. Ενας δροσερός αέρας είχε σηκωθεί. Απόμεινα να χαίρομαι την πνοή του …. όμως κάτι με ενοχλούσε, κάτι κέντριζε ακόμα τις αισθήσεις μου. Δεν το συνειδητοποίησα αμέσως. Όμως η συνεχόμενη όχληση με έκανε να το ψάξω …. Ηταν μια μυρωδιά. Την έφερνε ο αέρας στα ρουθούνια μου. Μια γνώριμη, ανεπαίσθητη μυρωδιά. Ευχάριστη, οικεία, αλλά μέσα στη σύγχυση, μπερδεμένη.

Δεν χρειάστηκε πολύ να καταλάβω. Δεν ήταν το δικό της άρωμα φυσικά. Ηταν το δικό μου, η δική μου «καλή» κολώνια! Όχι, δεν είχα βάλει ακόμα, το κάνω πάντα πριν φύγω από το σπίτι. Μύριζε όμως το πουκάμισο. Όχι από εκείνη τη φορά (με ρώτησε τι κολώνια φοράω, γεμάτος περηφάνια της είπα το σπάνιο, για την εποχή, νέο απόκτημά μου), αλλά από κάποια μεταγενέστερη. Είχε μείνει πάνω του …. καλά φυλαγμένη ανάμνηση μέσα στον κλειστό χώρο της ντουλάπας είχε διατηρηθεί. Ρίγη με διέτρεξε ….. Όχι τόσο για τη δική μου οσφρητική αποφορά όσο για την ανάμνηση της δικής της.

Τη ρώτησα κι ‘ εγώ ποιο είναι το άρωμά της, αυτό που μαζύ με όλα τα άλλα αναστάτωνε τις αισθήσεις μου. Μου είπε …… ααααχ, δεν θυμάμαι τι μου είπε! Όταν μετά από λίγον καιρό μου ανακοίνωσε ότι δεν θα υπάρξει συνέχεια της μεταξύ μας ιστορίας …. το σοκ ήταν μεγάλο φαίνεται για τον κουρσεμένο εγκέφαλό μου. Εκανε delete σε πολλές λεπτομέρειες ….. επιλεκτικό block σε πληροφορίες χρήσιμες μεν, ανούσιες δε μέσα στο πλήθος των σοβαρότερων που έπρεπε να επεξεργαστεί. Ετσι χάθηκαν και τα bytes του αρώματός της.

Απόμεινα με το δικό μου …. και την αίσθηση του πουκάμισου πάνω μου …. ασυναίσθητα τα χέρια μου ακουμπούσαν πάνω του (αν με είδε κάποιος από το μπαλκόνι απέναντι, θα με πέρασε τουλάχιστον για … Νάρκισο, να χαϊδεύομαι !). Ηθελα όμως να ακουμπήσω εκεί που άγγιξε, να αισθανθώ το αποτύπωμα της παλάμης της, το ανεπαίσθητο χάδι της …..

Η βραδιά κύλησε ευχάριστα ….. αργά επιστροφή σπίτι ….. Γδύθηκα, με πρώτη κίνηση το βγάλσιμο του πουκαμίσου. Το έβαλα στην κρεμάστρα του ξανά ….. δεν ήθελα να το πετάξω στα άπλυτα ακόμα. Ηθελα να είναι εκεί, να μου θυμίζει τη σημερινή μέρα … .τη «νίκη» μου …. που το ξαναφόρεσα για τον κανέναν! Ή για μένα…….

Δεν υπάρχουν σχόλια: